Η ταύτιση με τον ισχυρό και η παρανόηση του Θουκυδίδη
2025-08-02 10:18
Η ταύτιση με τον ισχυρό
Τώρα τελευταία γινόμαστε μάρτυρες μιας γενικευμένης κυνικής απροκάλυπτης ταύτισης με τον ισχυρό. Τον γεωπολιτικά άδικο ισχυρό ! Είναι το οπαδικό φαινόμενο, που εάν κάπως δικαιολογείται στο ποδόσφαιρο, δεν δικαιολογείται πουθενά αλλού.
Παρότι συχνά θεωρούμε ότι η ταύτιση με τον άδικο ισχυρό εξηγείται απλώς μέσα από ιδιοτελή κίνητρα, η πραγματικότητα είναι συχνά πολύ πιο σύνθετη.
Αξίζει, λοιπόν, να προσεγγίσουμε το φαινόμενο αυτό όχι με έναν εύκολο, απαλλακτικό μηδενισμό του τύπου «όλα είναι θέμα συμφέροντος», αλλά με μια πιο ειλικρινή και βαθύτερη ματιά.
Η αναγωγή της ιδιοτέλειας σε μοναδικό φυσικό νόμο των ανθρώπινων πράξεων είναι μεν βολική, αλλά ανεπαρκής. Η ίδια η ύπαρξη της έννοιας της «ιδιοτέλειας» προϋποθέτει, εξ αντιδιαστολής, και την ύπαρξη της «ανιδιοτέλειας». Συνεπώς, η ιδέα ότι η ταύτιση με τον άδικο ισχυρό είναι αναπόδραστη νομοτέλεια, είναι προβληματική.
Για να την κατανοήσουμε ουσιαστικά, οφείλουμε να επιστρατεύσουμε τα εργαλεία της ψυχολογίας του ασυνείδητου. Ενός πεδίου περίπλοκου και σκοτεινού.
Ο θαυμασμός προς τον άδικο ισχυρό (όπως και η περιφρόνηση προς τον αδύναμο δίκαιο) δεν είναι προϊόν συνειδητής επιλογής. Είναι αντανακλαστικό του ασυνείδητου, ένας αμυντικός μηχανισμός. Και παραμένει ασυνείδητος όσο ο άνθρωπος επιλέγει (συχνά συνειδητά) να μείνει ακαλλιέργητος όσο αφορά στα ανθρωπολογικά θέματα.
Οι ψυχολόγοι έχουν πολλά να πουν γι’ αυτό. Αλλά αν τολμούσαμε να σταθούμε ειλικρινείς απέναντι στον εαυτό μας (κάτι εξαιρετικά δύσκολο) θα παραδεχόμασταν πως ο θαυμαστής του άδικου ισχυρού είναι, κατά βάθος, ένας αδύναμος άνθρωπος. Ενας άνθρωπος με καταπιεσμένο ήθος.
Μέσω των μηχανισμών της προβολής και της μεταβίβασης, ο εσωτερικός θυμός για τη δική του δειλία στρέφεται προς τον αδύναμο, ενώ η ταύτιση μετατίθεται στον ισχυρό. Ο ισχυρός, με άλλα λόγια, λειτουργεί ως παραπέτασμα. Καλύπτει την προσωπική αποτυχία του αδύναμου, να σταθεί ηθικά ακέραιος.
«Θα ήθελα να είμαι δίκαιος, αλλά δεν μπορώ. Είναι επικίνδυνο, άβολο, απορριπτέο.»
«Δεν είμαι αφελής. Είμαι ρεαλιστής.»
«Ζω στην πραγματικότητα.»
Σε παθολογικές καταστάσεις, η ταύτιση με τον ισχυρό μετατρέπεται σε επιθετικότητα προς τον αδύναμο. Ετσι προστατεύεται το εγώ, από το να αντικρίσει την ενοχή της προδομένης εσωτερικής του ηθικής.
Η ντροπή μετατρέπεται σε χλεύη.
Χλευάζω εκείνον που τολμά να έχει ήθος. Λοιδορώ τον αλτρουιστή, συκοφαντώ τον ανιδιοτελή.
Δεν μπορώ να παραδεχτώ, «Πρόδωσα αυτό που έπρεπε να γίνω».
όταν για μένα «δεν υπάρχει καν αυτό που έπρεπε να γίνω», ή εάν «αυτό που έπρεπε να γίνω, είναι βδελυκτό»
Η υποσυνείδητη ντροπή, η εσωτερική σύγκρουση και η παραδοχή του ηθικού συμβιβασμού είναι υπαρξιακά ασήκωτες.
Κι έτσι, αναζητούμε παρηγοριά στη ταύτισή μας με το δυνατό, όχι γιατί έχει δίκαιο, αλλά για να κρυφτούμε πίσω του.
Θα μπορούσαμε να δούμε τι λέει για την ταύτιση με τον ισχυρό και η ορθόδοξη θεολογία, αλλά νομίζω είναι εντελώς περιττό.
Δεν υπάρχει εδώ, ισχύς χωρίς σταυρό, εξουσία χωρίς διακονία και επιβολή χωρίς αγάπη.
Η παρανόηση του Θουκυδίδη
Η ρήση του Θουκυδίδη, “Ο ισχυρός προχωρά όσο του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του”, έχει συχνά παρερμηνευτεί και, χειρότερα, έχει διαστρέψει συνειδήσεις. Πολλοι δεν τη διάβασαν ως προειδοποίηση, αλλά ως νομιμοποίηση της ισχύος.
Ο Θουκυδίδης δεν λέει "γίνε ισχυρός για να κάνεις ό,τι θέλεις". Δεν κηρύσσει έναν ηθικό ωφελιμισμό ούτε ενθαρρύνει την ισχύ ως αξία από μόνη της. Περιγράφει πώς λειτουργεί ο κόσμος όταν δεν επικρατεί το δίκαιο αλλά ο νόμος του ισχυρού. Το κάνει χωρίς συναισθηματισμό, με χειρουργική ακρίβεια. Είναι ψυχρή διαπίστωση.
Ο Θουκυδίδης μάς φέρνει αντιμέτωπους με το τραγικό του πολιτικού βίου: ότι σε καταστάσεις κρίσης, το ηθικό επιχείρημα σπανίως σώζει τον αδύναμο. Περιγράφει την πτώση των αξιών μπροστά στο συμφέρον, την ηθική εξουθένωση της ισχύος, και τη μοιρολατρία της αδυναμίας.
Άρα, η φράση του δεν είναι "οδηγία επιβίωσης", ούτε εργαλείο στα χέρια κάθε ψυχοπαθούς, αλλά καθρέφτης του πολιτικού κυνισμού. Και όσο εμείς την αποδεχόμαστε χωρίς αντίλογο, δεν είναι ο Θουκυδίδης που την επικυρώνει. Είμαστε εμείς που την επαληθεύουμε.
Η ισχύς, από μέσο για την επίτευξη πολύ συγκεκριμένου σκοπού, έχει μεταβληθεί σε αυτοσκοπό και αυταξία. Η ισχύς, ως μέσο, αποκατάστασης δικαιοσύνης, είναι η μόνη θεμιτή εκδοχή της. Η ισχύς, ως αυταξία είναι δαιμονιώδης συνθήκη.
Το χειρότερο δεν είναι η κατάργηση (αντί της προστασίας) του δικαίου από τον ισχυρό. Το χειρότερο είναι η εξοικείωση της κοινωνίας στην αποδοχή του ''νόμου του ισχυρού'', ως κανονικότητας. Η αποδοχή δεν σημαίνει ειρήνευση. Είναι εσωτερική συνθηκολόγηση. Είναι ψυχικός ευνουχισμός.
Ακόμη χειρότερο, είναι η ταύτιση με τον ισχυρό, ο έρωτας μαζί του. Η συνειδητή επιλογή της σύμπραξης με την ισχύ. Αυτό δεν έχει ισοδύναμο ψυχικής βλάβης. Είναι απόλυτη διαστροφή του πνευματικού αισθητηρίου. Είναι δαιμονοποίηση.
Εάν υπάρχει ένας λόγος να ζει κανείς, αυτός είναι η αντίσταση στη δαιμονοποίηση.
ΝΑΛ